Friday, 7 October 2011

Η Αθήνα σε πόλεμο: Οι εξευγενιστές. οι εξευγενιστέοι και οι ανεπίδεκτοι εξευγενισμού


Ένα άρθρο του Δημήτρη Παρσάνογλου που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 14 του περιοδικού Κοντέινερ, που παραμένει φυσικά πολύ επίκαιρο, αν και μοιάζει ''δύσκολο να γίνει κατανοητό΄΄, παρότι γραμμένο σε πολύ απλά ελληνικά.

[..για να επικαλεστούμε πάλι τον H. Lefebvre, «ο χώρος [τους] παράγεται πριν διαβαστεί και δεν παράγεται για να διαβαστεί και να γνωριστεί (να γίνει κτήμα γνώσης) αλλά για να βιωθεί από ανθρώπους που έχουν σώμα και ζωή»..]



Η συζήτηση γύρω απο την Αθήνα και δη γύρω απο το κέντρο της Αθήνας, (επαν)έρχεται στο προσκήνιο σχεδόν με όρους έκτακτης ανάγκης, αν όχι με όρους πολέμου. Εκτός από κείμενα, πανο, πλακάτ, συρματοπλέγματα, σιδηρολοστούς, ενίοτε και γιαταγάνια, στις ποικιλόμορφες μάχες της Αθήνας επιστρατεύονται και όροι-έννοιες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο περιγράφουν καταστάσεις, προτείνουν ή ξορκίζουν λύσεις. Τέτοιοι όροι είναι π.χ., η «υποβάθμιση», η «γκετοποίηση», η «πολυχρωμία», ο «συγχρωτισμός», η «ανάπλαση», ο «εξευγενισμός» κ.ο.κ.

Τα ερωτήματα που μας ενδιαφέρουν εδώ είναι βασικά δύο:
• Ποιες δυνάμεις/δυναμικές συγκρούονται, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο αυτού του
«πολέμου»;


• Ποιο/α είναι το/τα βασικό/α διακύβευμα/τα αυτής της σύγκρουσης;


Σε ο,τι αφορά το πρώτο ερώτημα, εν συντομία και χονδροειδώς μπορεί κανείς να διακρίνει τουλάχιστον τρεις δυνάμεις/δυναμικές που συγκρούονται και αλληλοδιαπλέκονται γύρω από το «διακύβευμα πόλη», που στην προκειμένη περίπτωση συγκεκριμενοποιείται στο κέντρο μιας (μητρό)πολης. Και μιλάμε για διακύβευμα, όχι για να επαληθεύσουμε την ομολογουμένως δραματική αποστροφή του Henri Lefebvre, ότι «η παραγωγή του χώρου δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, αλλά ζήτημα ζωής και θανάτου», ούτε την επιγραφή διά χειρός Zygmunt Bauman: «City Space: divided it stands». Η πόλη και μάλιστα το κέντρο της καταλαμβάνει μια από τις πρώτες θέσεις του θορυβώδους ενδιαφέροντος των ΜΜΕ, των δημοτικών αρχών και παρατάξεων, των πολιτικών φορέων, των κοινωνικών κινημάτων κοκ.

Δεν χρειάζεται εδώ να αναφερθούμε εκτενώς στο προφανές: η ομπρέλα κάτω από την οποία παρατάσσονται όλοι οι στρατοί του πολέμου έχει έντονα τα χρώματα του «εξευγενισμού» και της «ανάπλασης». Στο πλαίσιο αυτού οι δυν΄σμεις/δυναμικές που συγκρούονται θα μπορούσαν να συνοψισθούν σχηματικά στις παρακάτω:

• στις δυνάμεις της «ανάπτυξης» (real estate και κράτος σε όλες του τις βαθμίδες)
• στις δυνάμεις της «υπανάπτυξης» (διάφοροι φτωχοδιάβολοι, από μετανάστες μέχρι τζάνκια
και πόρνες) και
• στους λοιπούς ιθαγενείς, με ή χωρίς ιθαγένεια, που κυρίως συγκροτούν τις (ιδεολογικές)
στρατιές του πολέμου της Αθήνας: εντελώς σχηματικά, τους οπαδούς της «βρομιάς» (όπου χωράει γενικά ο χώρος – αριστερός, αναρχικός, αντιρατσιστικός, κοσμοπολίτικος, πεφωτισμένος, εναλλακτικός, bourgeois, bohème, bourgeois-bohème κοκ.) και τους οπαδούς της «καθαριότητας» (όπου χωράνε από νεοναζίδες μέχρι λαικο- φασίστες, απλούς λαικοδεξιούς, τους μπάτσους, ορθόλοξους ταλιμπάν, φωνασκούσες ξανθιές του Αγ. Παντελεήμονα κ.ο.κ.)

Δεν χρειάζεται να αναφερθώ στον επιχειρησιακό βραχίονα και των δύο στρατοπέδων.
Αυτό που έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και τη μεγαλύτερη σημασία ίσως είναι η ρευστότητα και η δυσκολία προβλεψιμότητας ως προς την έκβαση αυτού του πολέμου. Και ερχόμαστε έτσι στο δεύτερο ερώτημα που θέσαμε εξαρχής. Οι πολλαπλές και κατά τόπους μάχες της Αθήνας συμβαίνουν κατά βάση σε αμφισβητούμενους χώρους. Είτε πρόκειται για τόπους «ανοιχτού» (με την έννοια του διαπραγματεύσιμου) ιδιοκτησιακού καθεστώτος είτε πρόκειται για τόπους/χώρους «ανοιχτής» (πάλι με την έννοια της διαπραγματεύσιμης) χρήσης. Είτε πρόκειται δηλαδή για περιοχές όπου το ιδιοκτησιακό καθεστώς μεταβάλλεται, π.χ., παλιότερα Ψυρρή, μετά Γκάζι, σήμερα Κεραμεικός, αύριο Πλατεία Θεάτρου, μεθαύριο Κυψέλη, και –γιατί όχι;– στο μέλλον Αγ. Παντελεήμονας;), είτε πρόκειται για χώρους μετέωρους ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο, π.χ. Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, Πάρκο Ναυαρίνου & Ζωοδόχου Πηγής, εργοστάσιο της Columbia, καταλήψεις Πάτμου & Καραβία, Σκαραμαγκά.

Ακριβώς στο χρονικό σημείο αυτής της αμφισβήτησης αναπτύσσονται τα οπλοστάσια όλων των δυνάμεων που συμμετέχουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, εκούσια ή ακούσια, συνειδητά ή ασυνείδητα, αντικειμενικά ή υποκειμενικά, είτε φέρουν εξάρτυση είτε όχι. Να το πούμε πιο απλά: ο πόλεμος (ή ορισμένες μάχες του) δεν διεξάγεται πλέον στην πράξη μόνο γύρω από το ιδιοκτησιακό καθεστώς του αστικού χώρου (δημόσιο ή ιδιωτικό), αλλά γύρω από τη δυνατότητα ή όχι συγκρότησης κοινών χώρων και από ποιους.

Ακόμα πιο απλά: ανεξάρτητα αν το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής συντάσσει σχέδια και νόμους για την αναβάθμιση και την «επιστροφή των ελλήνων κατοίκων στο κέντρο» μέσα από τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ανεξάρτητα αν η βιομηχανία του real estate προσπαθεί και ανοίγει νέες ευκαιρίες-περιοχές επένδυσης και επέκτασης, ανεξάρτητα αν η Νομαρχία και ο Δήμος στέλνουν συνεχώς συνεργεία καθαρισμού του κέντρου από τις κοινωνικές παθογένειες που συμπυκνώνονται στο ρέπον προς παραβατικότητα τρίπτυχο «μετανάστες – ναρκομανείς – πόρνες», η Αθήνα δεν «καθαρίζει» απαραίτητα ή δεν «καθαρίζει» μόνιμα.

Λίγους μήνες μετά τη λαμπρή τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004, και τα αδέσποτα σκυλιά και οι αδέσποτοι άνθρωποι επέστρεψαν στο κέντρο της. Το εφήμερο, δηλαδή ισχύει για όλες τις πλευρές. Οποιαδήποτε νίκη, μικρή ή μεγάλη, οποιουδήποτε στρατοπέδου, δεν μπορεί παρά να είναι εφήμερη και επισφαλής. Όπως και ο πόλεμος της Αθήνας/για την Αθήνα και οι ποικίλες «απελευθερώσεις» που συντελούνται στη μικρο-κλίμακα της δεν μπορεί παρά να είναι εφήμερες ή ευεπίφορες σε μια πλειάδα απρόβλεπτων πιθανοτήτων-δυνατοτήτων. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται το συγκριτικό πλεονέκτημα εκείνων που διαθέτουν ασυγκρίτως μικρότερη δύναμη: στο ότι η αβεβαιότητα δεν αποτελεί γι’ αυτούς μεγαλόψυχη παραχώρηση μπροστά στην πιθανότητα να μην γίνουν τα πράγματα όπως προβλέπεται, αλλά αποτελεί αναγκαστική συνθήκη ζωής.

Πολύ απλά, τα πράγματα γι’ αυτούς δεν προβλέπονται (δεν είναι προβλέψιμα) ή για να επικαλεστούμε πάλι τον H. Lefebvre, «ο χώρος [τους] παράγεται πριν διαβαστεί και δεν παράγεται για να διαβαστεί και να γνωριστεί (να γίνει κτήμα γνώσης) αλλά για να βιωθεί από ανθρώπους που έχουν σώμα και ζωή».

Labels: