28 CIVIL OCTOBER WAR
Labels: peace, urban wars, war
A blog about folded in situations, play tactics and network politics in the web 2.0 era.
Labels: peace, urban wars, war
Play is a fundamental activity that cannot be analyzed. (Johan Huizinga)
Εφόσον γίνουν αντιληπτές και αποδεκτές οι διαφορές ανάμεσα στο play και στο game, ναι έτσι μάλλον έχουν τα πράγματα. Χρησιμοποιώ τις αγγλικές λέξεις play και game, γιατί οι αντίστοιχες ελληνικές που γνωρίζω εγώ τουλάχιστον, δηλαδή παιδειά ( η Αριστοτελική έννοια της λέξης) και παιχνίδι ενέχουν κάποιες εννοιολογικές παγίδες με τις οποίες δεν θέλω να καταπιαστώ. Ξέρω πως δεν είναι πολύ κομψό, αλλά έτσι νομίζω είναι καλύτερα. Άλλωστε, είναι δουλειά φιλολόγων περισσότερο.
Το play, δεν μπορεί να αναλυθεί περαιτέρω γιατί απλά, δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία που να συγκροτούν το παιχνίδι στη γενικότητα του. Το play μπορεί να έχει αυτή ή εκείνη τη μορφή, να συμβεί σε αυτόν ή σε εκείνο τον τόπο ή χρόνο, να προκύψουν κατηγορίες από τον τρόπο που συμβαίνει ( συνήθως αν όχι πάντα, οι κατηγορίες αυτές συγκροτούν games) αλλά το play τελικά είναι. Play is play. Δεν μπορεί να υπαχθεί στην ολότητα του σαν γεγονός, σε κάποια κατηγορία θεωρητικής ή πρακτικής δράσης, όπως για παράδειγμα σε κάποια από τις Καντιανές κατηγορίες (και υποκατηγορίες) της θεωρίας των ικανοτήτων. Το play, εμφανίζεται επίσης σαν ένα καθαυτό φαινόμενο δι-υποκειμενικότητας (intersubjectivity), και έτσι δεν μπορεί να μπει στις παρενθέσεις της φαινομενολογίας συνολικά, εφόσον οποιαδήποτε απόπειρα θα πρέπει να το διαχωρίσει στα στοιχεία συγκρότησης του, τα οποία όμως μπορούν δυνητικά να είναι οτιδήποτε. Θα εμφανιστεί έτσι μπροστά μας το παράδοξο της εναλλαξιμότητας μεταξύ του περιεχομένου της παρένθεσης (εννοώ πάντα τη φαινομενολογική παρένθεση) και των ορίων της, δηλαδή των αγκυλών. Έτσι, η ίδια η διαδικασία θεώρησης του play, είναι από την αρχή ένα play. Μπορεί η ερμηνευτική του H.G. Gadamer να έχει προσφέρει πολλά στη κατανόηση του play αλλά μόνο μέσα στο πλαίσιο των δικών του όρων ΄΄παιχνιδιού΄΄ και πάντα μέσα στα εννοιολογικά πλαίσια της ερμηνείας του. To play, διαφεύγει συνέχεια μοιάζοντας να υπάρχει εσωτερικά στο κέντρο του κόσμου, και ταυτόχρονα να αποτελεί όριο του κόσμου.
Οι σημειώσεις αυτές, δεν σκοπεύουν βέβαια να αποτελέσουν κάποιο σχεδιάγραμμα για μια φιλοσοφία του play και έτσι δεν προχωρώ σε λογικές τεκμηριώσεις ή σε ακαδημαϊκές αναφορές σε σχολές σκέψης που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε συσχετισμούς και ανατροφοδοτήσεις.(Nothing is more boring than this). Αναφέρθηκα μόνο στη Καντιανή (και συνεπακόλουθα στην μετα-Καντιανή σχολή σκέψης), όπως και στη φαινομενολογική σχολή, που είναι ουσιαστικά τα δύο ευρωπαϊκά ρεύματα που ασχολήθηκαν άμεσα ή έμμεσα με το play, η πρώτη για να το θεωρήσει μη κατηγοριοποιήσιμο και η δεύτερη (Gadamer) να κάνει χρήση, να γονιμοποιήσει ίσως μέσω του play τα αυστηρά και κάπως ξερά χωράφια της ερμηνευτικής. Αφήνω τους σιτουατιονιστές στην άκρη, όχι μόνο γιατί οι αναφορές σε αυτούς σχετικά με το play –και όχι μόνο-έχει καταντήσει αηδία πια, αλλά και γιατί είπαν τα λιγότερα και τα καλύτερα. Οι σημειώσεις αυτές ,είναι απλά σημειώσεις, που αν έχουν ένα σκοπό, αυτός είναι να συμβάλλουν σε μια μελλοντικά πιθανή οπτικοποίηση που θα πάρει τη μορφή κάποιου media arts project. (Boring too but still playable)
Το play (παραφράζοντας τον R. Barthes) είναι -ήδη πάντα- play. Ειδικότερα στις μέρες μας με τις νέες τεχνολογίες που έδωσαν νέες μορφές στις παιγνιώδεις συμπεριφορές, αλλά κυρίως με τη μεταλλαγή της εργασίας από Φορντικό μοντέλο παραγωγής, στο μετα –Φορντικό της αναπαραγωγής, το play μεταλλάζεται επίσης και κινείται όλο και πιο κεντρικά στη παγκόσμια σκηνή του θεάτρου της διαχείρισης της οικονομίας και των κοινωνικών σχέσεων. Μου φαίνεται όλο και λιγότερο υπερβολή η θέση που διατύπωσε ο Julian Dibbel στο συνέδριο του Homo Ludens Ludens , στο Laboral της Gijon, λέγοντας πως ότι συνιστούσε για την παραγωγική διαδικασία ο ατμός κατά τον 19ο αιώνα και το πετρέλαιο για τον 20ο , θα συνιστά το play τον 21ο. Όμως αυτή η μετατόπιση από τη θέση της ΄΄αντι-παραγωγικής δράσης΄΄ όπως το ήθελε ο 20ος αιώνας, (Huizinga) στη θέση της βασικής βιοπολιτικής διαδικασίας παραγωγής του υποκειμένου –και όχι μόνο- του προσδίδει κάποια χαρακτηριστικά που οδηγούν αναπόφευκτα σε κάποιες συγκρίσεις. Συγκρίσεις με μια άλλη βασική όσο και κεντρική δράση του ανθρώπινου είδους, (αλλά και έννοια που μάλιστα εννοείται ως απόλυτο μέτρο στη πολιτική οικονομία των ηδονών) το σεξ.
Υπάρχει ένα στοιχειώδες χαρακτηριστικό στην οικονομία των ηδονών, έτσι όπως είναι τα πράγματα στη δύση που θέλει το σεξ σαν τη βασική αρχή (principe) της κατανόησης και του μέτρου κάθε ηδονής. Είναι γνωστό από την ιστορία της σεξουαλικότητας του Michel Foucault, πως εδώ και δυόμισι χιλιάδες χρόνια έχουμε μάθει να πιστεύουμε πως ο κανόνας κάθε ηδονής είναι –ανομολόγητα τουλάχιστον- το σεξ. Έτσι εξηγείται πως εμφανίζεται η ανάγκη μετριασμού του και συνάμα τι δημιουργεί, πως εμφανίζεται δηλαδή, η δυνατότητα ελέγχου του σεξ. Για την ιστορία είναι οι στωικοί, δηλαδή η σχεδόν οικουμενική τότε φιλοσοφία κεντρική στη πολιτική και κοινωνική ζωή του Ρωμαϊκού imperium, που ενστερνίστηκε στη συνέχεια ο χριστιανισμός, που έθεσαν το σεξ σαν κεντρικό κώδικα κάθε ηδονής. Με άλλα λόγια, όλες οι δυνατότητες του ανθρώπινου σώματος για παραγωγή ηδονής-άρα και νοήματος- υποχρεώθηκαν σε μια ερμηνεία που σαν βασικό κέντρο παραγωγής πληροφορίας, άρα γνώσης, ήταν (και είναι) η γενετήσια πράξη της αναπαραγωγής. Αυτό γέννησε στη συνέχεια, την ΄΄τακτοποίηση΄΄ στη περίοδο που εγκαινιάστηκε με τον χριστιανισμό, της υπόθεσης του σεξ με την επινόηση της σεξουαλικότητας, σαν ζεύγος αντιθέτων. Είναι αυτή η αντίθεση του σεξ και της σεξουαλικότητας που ανακλά τις θέσεις της εξουσίας, σαν νόμο και απαγόρευση. Αυτό που στη συνέχεια εσωτερικεύεται και ξανά ανακλάται έξω ως υποκειμενικό ήθος. (Απλά και με κάποιες εξαιρέσεις πρόκειται για τις ανοησίες που συνθέτουν το τοπίο των διαφορών του καθημερινού βίου). Η εξουσία έστησε ένα σύστημα σεξουαλικότητας που δεν κάνει τίποτε άλλο από το να λέει ΄΄όχι΄΄ στο σεξ. Δηλαδή κατ΄επέκταση να έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει τις πολιτικές της απόλαυσης άρα να θέσει τους όρους των ειδών και των μορφών της παραγωγής.
Μια μικρή χρονική αναδρομή: πως αντιμετωπίστηκε η περίφημη έκρηξη της σεξουαλικής επανάστασης των 60s, που ακόμα στοιχειώνει τα όνειρα της life style subjectivity (υποκειμενικότητας)? Κατ΄αρχή δημιουργήθηκε μια σειρά από καινοφανείς χώρους κοινωνικής συγκρότησης, που επανδρώθηκαν από ΄΄ειδικούς΄΄. Σεξολόγους, ειδικούς γιατρούς, ψυχαναλυτές της κυριακής, ακόμα και αναβαθμισμένα τμήματα ηθών (στη κεντρική Ευρώπη βέβαια ,όχι στη περιφέρεια) που σε γενικές γραμμές έλεγαν: Έχετε μια σεξουαλικότητα και αυτή η σεξουαλικότητα είναι ταυτόχρονα ματαιωμένη και φιμωμένη, υποκριτικές απαγορεύσεις τη καταπιέζουν. Ελάτε λοιπόν σε μας, δείξτε τη σε μας, εμπιστευτείτε σε μας τα θλιμμένα μυστικά σας. Στην ουσία επρόκειτο για ένα –καταπληκτικό ομολογουμένως- εργαλείο ελέγχου και εξουσίας. Όπως πάντα αυτό που είναι το ζητούμενο είναι να χρησιμοποιηθούν για λογαριασμό των μηχανισμών ελέγχου, αυτά που λένε οι άνθρωποι, αυτά που αισθάνονται και αυτά που ελπίζουν. Μια τακτική που εκμεταλλεύεται τον πειρασμό που νιώθουν οι άνθρωποι να πιστέψουν, πως για να είσαι ευτυχισμένος αρκεί να περάσεις το κατώφλι αυτής της λογικής, αρπάζοντας μια ευκαιρία που σου προσφέρεται απλόχερα και απλά να αφαιρέσεις μερικές αναστολές. Στο τέλος φυσικά, αυτή η διαδικασία καταλήγει στη καταπίεση και τον έλεγχο των κινημάτων εξέγερσης και απελευθέρωσης. Έτσι δεν συνέβη και έτσι δεν συμβαίνει ακόμα?
Γιατί στα games οι κανόνες μπαίνουν εξωτερικά και οι παίκτες δεν έχουν παρά να υπακούσουν και κάτι τέτοιο θα περιόριζε τη συμμετοχή στα δίκτυα σε ένα μόνο συγκεκριμένο είδος ανθρώπων, και σε τελική ανάλυση θα έδινε την αίσθηση του κατευθυνόμενου, πράγμα που δεν εγγυάται την επιτυχία του συστήματος. Αυτό που έχει εισαχθεί και ΄΄παίζεται΄΄ στα δίκτυα είναι μια υβριδική μορφή που δεν χρειάζεται να ονομαστεί. Ψάχνοντας στο web βρήκα τη λέξη play-ness, μια λέξη που στερείται συγκεκριμένου νοήματος. Ταιριάζει νομίζω μια λέξη κενή, μια λέξη παράγωγο μιας ανάμνησης που δεν μπορούμε πια να θυμηθούμε, που δεν προορίζεται παρά να είναι ο signifier ενός μονίμως διαφεύγοντος signified.
Θα τελειώσω με μια ακόμη μικρή αναδρομή, με μια ανάμνηση από μια συζήτηση που παρακολούθησα κάποτε (νύχτα ήταν) σε ένα αμφιθέατρο στο Παρίσι μετά από μια εισήγηση που είχε κάνει ο Μichel Foucault. Έλεγε πως στις αρχές του 18ου αιώνα, ξαφνικά εμφανίστηκε ένα τεράστιο ενδιαφέρον για τον παιδικό αυνανισμό, με μια πρωτοφανή μανία δίωξης του, λες και επρόκειτο για μια νέα επιδημία από την οποία κινδύνευε το ανθρώπινο είδος. Η συζήτηση που ακολούθησε διχάστηκε ανάμεσα στην άποψη που υποστήριζαν οι Reichians, πως ο παιδικός αυνανισμός έγινε ξαφνικά απαράδεκτος για την νεο-εμφανιζόμενη τότε καπιταλιστική κοινωνία, που βρισκόταν σε διαδικασία εξέλιξης και στην άποψη που υποστήριζε ο Foucault, πως είχαμε μάλλον να κάνουμε με ένα επανακαθορισμό των σχέσεων μεταξύ ενήλικων και παιδιών, γονέων και εκπαιδευτικών που είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. (Χρειάζεται να πω, πως σε κάτι τέτοιες στιγμές μαθαίνει κανείς τι σημαίνει social laugh?) Γιατί όπως υποστήριξε, επρόκειτο για μια εντατικοποίηση των ενδο-οικογενειακών σχέσεων με την παιδική ηλικία να γίνεται το κεντρικό θέμα για τους γονείς, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, και τις νεοσύστατες υπηρεσίες δημόσιας υγείας. Επρόκειτο για μια στάση απέναντι σε μια παιδική ηλικία που αντιμετωπιζόταν σαν το γόνιμο έδαφος πειραματισμού, για τις γενιές που ερχόντουσαν. Στο σταυροδρόμι της ψυχής και του σώματος, της υγείας και της ηθικής, της εκπαίδευσης και της χειραγώγησης, η παιδική σεξουαλικότητα έγινε την ίδια στιγμή στόχος και εργαλείο άσκησης της εξουσίας. Από αυτή την περίοδο κληρονομήσαμε μια σεξουαλική μιζέρια της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας από την οποία ακόμα οι δικές μας γενιές δεν έχουν συνέλθει. Γιατί ο στόχος δεν ήταν η απαγόρευση, ήταν η συγκρότηση μιας εξουσίας που αρχίζοντας από την παιδική ηλικία θα στόχευε το μέλλον. Ο καθένας μπορεί συνδέοντας τα απαραίτητα να βγάλει τα συμπεράσματα του για το τι συμβαίνει σήμερα.
Labels: avatar, virtual worlds, words
I think this is an interesting fragment: from an interview of Ele Weekend at Rhizome.org.
You discuss the possibility of "open source curating" on your blog. I am wondering if you can elaborate, for our readers, how you understand “open source curating” and if your experience with Open Source Embroidery has lead you to consider new curatorial models that might fall under this category.
My blog post tries to describe some of the complex issues involved in the idea of ‘open source curating’. In many ways, there is no such thing. There are just different approaches to negotiating the relationships between artist, curator, participant, intern, maker, crafter, technician, audience, etc.
We often think of curating as ‘selection’ of artwork, but it really includes a process of research and contextualizing artwork within a public space and within a group of people. For me, the OSE workshops are part of the curatorial research process. I have to make sure the concept works in practice. That is to say, the practitioners in the field have to make sense of the interdisciplinary relationship otherwise it’s meaningless. I’m not a programmer or a crafter, but I collaborate with people to make new things from our conversations.
My approach to curating OSE has purposefully included works by people who took part in OSE workshops alongside established artists. I’m inspired by Critical Art Ensemble’s discussion of the importance of the relationship between expert and amateur knowledge (Critical Art Ensemble, 2005 and 2001). So I didn’t want to create a Folk Archive, like Jeremy Deller and Alan Kane (Deller & Kane, 2005), which is a general collection of folk production. Instead I wanted to create a space where both the expert and the amateur could come together within a critical context. Many of the artists have facilitated collective projects, so the distinctions become a bit arbitrary.
Labels: art, curating, open sourse