Monday, 1 November 2010

Τι είναι αυτό που κάνει μια εικόνα ανυπόφορη?


Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο ενδέκατο τεύχος του Κοντέινερ.


Διάβασα πριν ένα χρόνο το βιβλίο του Jacques Rancière, Le spectateur émancipé, (Ο χειραφετημένος θεατής) στο οποίο ο συγγραφέας πιστός στο θέμα της σύνδεσης της τέχνης με την πολιτική, επιχειρεί μια σειρά από αναλύσεις που έχουν σαν κεντρικό άξονα τη φράση: <>. Αυτός που βλέπει δεν ξέρει να βλέπει. Τη φράση αυτή τη θέτει σαν μια προϋπόθεση που διατρέχει την ιστορία (του θεάματος άραγε?) από τη σπηλιά του Πλάτωνα, μέχρι τις διακηρύξεις για τον τερματισμό της κοινωνίας του θεάματος. Σαν επακόλουθο αυτής της διαπίστωσης ή αν το δούμε αλλιώς μιας ΄΄προβοκατόρικης΄΄ τοποθέτησης, θέτει την ερώτηση: τι είναι αυτό που καθιστά τελικά μια εικόνα ανυπόφορη να ιδωθεί? Μια εικόνα δηλαδή που είναι κάτι περισσότερο από προϊόν για κατανάλωση, που να εδραιώνει οτιδήποτε θα μπορούσε να δώσει νόημα στον όρο: πολιτική τέχνη. Δηλαδή μια εικόνα που μπορεί να κινητοποιήσει, να βγάλει κάποιους από την αδράνεια της απλής άνευ όρων, παράδοσης στη θέαση.


Για αρχή, παίρνει σαν παράδειγμα μια φωτογραφία - μια υποτιθέμενη ΄΄πρόκληση΄΄ του Ιταλού φωτογράφου Oliviero Toscani. Πρόκειται για την φωτογραφία μιας νέας κοπέλας, αποστεωμένης, ανορεξικής, που αφισσοκολήθηκε σε όλη την Ιταλία για την περίοδο της εβδομάδας μόδας του Μιλάνου το 2007. Η σημασία της φωτογραφίας λέει ο Rancière, είχε σε γενικές γραμμές δύο κατηγορίες ερμηνείας. Από την μια μεριά αυτοί που χαιρέτησαν την πράξη του να δείξει τη κακόμοιρη κοπέλα, σαν μια ένδειξη θάρρους και αποκάλυψης του backstage της βιομηχανίας της μόδας, και από την άλλη αυτοί που αγανάκτησαν όχι για τα τραγικά αποτελέσματα που έχει η μόδα, αλλά γιατί θεώρησαν πως ο φωτογράφος προσφέρει στα μάτια των ηδονοβλεψιών, όχι μόνο τον υπαινιγμό των ωραίων εμφανίσεων που υπόσχεται η εβδομάδα μόδας την οποία η φωτογραφία/αφίσα διαφημίζει, αλλά επιπλέον, με το πρόσχημα της αγανάκτησης προσφέρει σαν θέαμα και την άθλια πραγματικότητα πίσω από τη λάμψη του κόσμου της μόδας. Double hit δηλαδή.


Η εικόνα κρίνεται τελικά ακατάλληλη να ασκήσει κριτική στην πραγματικότητα γιατί ανήκει στο ίδιο καθεστώς της πραγματικότητας που καταγγέλλει,(στο καθεστώς της ηδονοβλεψίας) αποτελώντας έτσι, ένα και το αυτό θέαμα. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως δεν υπάρχει τελικά μια ανυπόφορη πραγματικότητα που η εικόνα μπορεί να αντιπαραθέσει στο prestige της ΄΄παρέλασης των εμφανίσεων΄΄, αλλά υπάρχει μόνο μια συνεχής ροή από εικόνες, ένα και μόνο παγκόσμιο καθεστώς επιδειξιομανίας, και είναι αυτό ακριβώς το καθεστώς που είναι το ανυπόφορο. Και η εξουσία διατήρησης αυτού του καθεστώτος βασίζεται αποκλειστικά σχεδόν στην ικανότητα υποκρισίας που έχουμε σαν θεατές. Γιατί η υποκρισία μας συνίσταται στο να δίνουμε όποια ερμηνεία θέλουμε στις εικόνες αρκεί η ερμηνεία μας να είναι πάντα μια εικόνα.


Υποθετικά, για να επιφέρει μια εικόνα ένα πολιτικό αποτέλεσμα, πρέπει να πείσει τον θεατή πως ότι βλέπει είναι για παράδειγμα ΄΄ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός΄΄ ή ΄΄οι στρατηγικές των εταιριών΄΄ που κάνουν εδώ παιχνίδι και όχι γενικά και αόριστα η ανθρώπινη τρέλα που είναι ‘’on stage’’. Αυτό λέει ο Rancière συνιστά το παιχνίδι του πολιτικού μοντάζ των εικόνων. Η μια από τις εικόνες πρέπει να παίξει τον ρόλο της πραγματικότητας που καταγγέλλει τη ψευδαίσθηση της άλλης. Αλλά την ίδια στιγμή καταγγέλλει τη ψευδαίσθηση σαν την πραγματικότητα της ζωής μας, μόνο που η ζωή μας συμπεριλαμβάνεται σε αυτή.


Στη συνέχεια o Rancière παίρνει σαν παράδειγμα την κλασική πια ταινία του Guy Débord, ΄΄Η κοινωνία του θεάματος΄΄. Εκεί , όσοι την έχουν δει, ξέρουν πως, παρελαύνουν ο John Wayne και ο Errol Flynn, δύο πρωταθλητές της άκρας δεξιάς του Hollywood της εποχής του 60. Αρχικά, ο πειρασμός είναι να δει κανείς στην παρέλαση των εικόνων- που είναι αντίστοιχα οι μάχες με τους αυτόχθονες ινδιάνους στο Shenandoah για τον Flynn και του Wayne στο ρόλο του στρατηγού Custer στο Little rock- μια παρωδία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, σαν αντιπαράθεση με την αντίστοιχη δοξολογία που του κάνει το Hollywood.


Αλλά ο Debord ζητάει κάτι παραπάνω από όσους βλέπουν τη ταινία του (όπως και από αυτούς που διαβάζουν το βιβλίο του και το επικαλούνται, συχνά και με κάθε ευκαιρία). Ζητάει να αναλάβουμε για λογαριασμό μας τον ηρωισμό των μαχών που βλέπουμε, και να μεταμορφώσουμε την κινηματογραφική εμπλοκή, που παίζεται από τους ηθοποιούς σε πραγματική επίθεση ενάντια στην αυτοκρατορία του θεάματος. Αν κάθε εικόνα δείχνει απλώς τη ζωή αναποδογυρισμένη, μια ζωή που έχει γίνει παθητική, τότε θα αρκούσε να την αναποδογυρίσουμε ξανά (la detourner) για να εκδηλωθεί η ενεργός δύναμη που έχει αναποδογυριστεί. Και αυτό θα ήταν αρκετό. Αλλά τόσα χρόνια detournement μας λένε πως δεν είναι.


Άλλωστε ο Debord, κάνει στη συγκεκριμένη ταινία μια πιο διακριτική νύξη στην αρχή, όταν βλέπουμε στις πρώτες εικόνες του φιλμ δύο νέες και όμορφες γυναικείες φιγούρες, να αγαλλιάζουν μέσα στο φως. Ο θεατής μπορεί να μπερδευτεί στη συνέχεια , καθώς βλέπει να παρελαύνουν διάφορα μοντέλα, στριπτιζέζ, και γενικά ξέκωλα εποχής. Γιατί αυτές οι πρώτες εικόνες δεν έχουν βγει από διάφορα spectacles ή διαφημίσεις. Είναι εικόνες που έχει κάνει ο ίδιος ο Debord και είναι η γκόμενα του και μια φίλη της αυτές που βλέπουμε.


Είναι εικόνες που ανταποκρίνονται σε πρόσωπα πραγματικά, μπλεγμένα σε αληθινές ιστορίες αγάπης και έρωτα και όχι έγκλειστα στις παθητικές σχέσεις του θεάματος. Και δείχνει με αυτό τον τρόπο πως οι εικόνες της αληθινής πραγματικότητας, μιας πραγματικότητας που αναποδογυρίζεται διπλά, αρκούν για να αποκαλύψουν πως αρκεί και μόνο το γεγονός του να είσαι ένας θεατής, πως απλά και μόνο να κοιτάς τις εικόνες, φτάνει για να την πατήσεις.

Η ενοχή που συμπεριλαμβάνει τον θεατή στη παγίδα του θεάματος δεν είναι παρά το γεγονός πως απλώς κοιτάζει εικόνες. Αν δεν κοίταζε δεν θάταν ένοχος. Και συνεπακόλουθα, η επίδειξη της ενοχής του, η ίδια η θέαση των ποικίλων και διάφορων detournements, λειτουργεί περισσότερο για το συμφέρον αυτού που υποτίθεται πως ο υποψιασμένος θεατής κατηγορεί, παρά συμβάλλει στο να περάσει στη δράση. Μας λέει στην τελική ο Debord, πως όσο κοιτάζουμε τις εικόνες -τις οποίες σχολιάζει ο ίδιος μάλιστα- δεν θα δράσουμε ποτέ. Θα μείνουμε για όλη μας τη ζωή, θεατές, μιας ζωής που θα περάσει σαν εικόνα.

Labels: , ,

2 Comments:

Anonymous Anonymous said...

ninest123 16.02
louis vuitton, louis vuitton, longchamp outlet, ray ban sunglasses, michael kors outlet, michael kors outlet, michael kors, nike free, longchamp outlet, louboutin, ugg boots, burberry, prada outlet, tiffany jewelry, oakley sunglasses, michael kors outlet, michael kors outlet, uggs on sale, burberry outlet online, tory burch outlet, prada handbags, oakley sunglasses, polo ralph lauren outlet, ugg boots, ugg boots, nike outlet, louboutin outlet, michael kors outlet, louis vuitton outlet, chanel handbags, jordan shoes, ugg boots, christian louboutin outlet, longchamp, replica watches, ray ban sunglasses, cheap oakley sunglasses, tiffany and co, nike air max, oakley sunglasses, louis vuitton, replica watches, louis vuitton outlet, polo ralph lauren outlet, ray ban sunglasses, louboutin shoes, oakley sunglasses, nike air max, gucci outlet

4 February 2016 at 05:54  
Anonymous Anonymous said...

lululemon, vans pas cher, hollister, nike roshe, michael kors, michael kors, north face, hollister pas cher, oakley pas cher, true religion jeans, new balance pas cher, north face, coach purses, vanessa bruno, nike trainers, nike free, true religion outlet, burberry, nike air max, ralph lauren pas cher, hogan, ray ban pas cher, louboutin pas cher, nike air max, air max, air jordan pas cher, replica handbags, hermes, abercrombie and fitch, michael kors, nike free run uk, longchamp, true religion jeans, nike blazer, nike huarache, coach outlet, sac guess, converse pas cher, tn pas cher, mulberry, michael kors, nike roshe run, timberland, ray ban uk, ralph lauren uk, true religion jeans, longchamp pas cher, lacoste pas cher, sac longchamp, nike air max, air force

4 February 2016 at 05:56  

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]

<< Home